Μία σκληρή αλήθεια, που δύσκολα μπορεί κανείς να την συνειδητοποιήσει, είναι, ότι δεν έχουν μεγαλώσει όλοι οι άνθρωποι με μία στοργική μητέρα. Και είτε το συνειδητοποιούν, είναι όχι, αυτή η απουσία αποτυπώνεται στην ενήλικη ζωή τους. Χωρίς αυτήν τη ζεστασιά, την υποστήριξη και την καθοδήγηση από νωρίς, συχνά μαθαίνουμε να πορευόμαστε στον κόσμο με διαφορετικό τρόπο, κάποιες φορές για καλό, κάποιες όχι.
Αυτός ο αντίκτυπος δεν είναι πάντα εμφανής, αλλά αποκαλύπτεται μέσα από τις συνήθειες, τις σχέσεις και τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας. Εάν κάποιος έχει μεγαλώσει χωρίς τη φιγούρα μίας στοργικής μαμάς, μπορεί να αναγνωρίσει κάποια από τα παρακάτω χαρακτηριστικά στον ενήλικο εαυτό του.
Παλεύουν με την αυτοεκτίμηση
Αν έχετε μεγαλώσει χωρίς τη στοργή της μαμάς, είναι εύκολο να νιώσετε, ότι δεν είστε επαρκείς. Οι μαμάδες είναι οι πρώτοι άνθρωποι που μας δείχνουν αγάπη και αποδοχή και χωρίς αυτά μπορεί να περάσετε χρόνια αναζητώντας τι πάει λάθος με εσάς. Κι αυτό το συναίσθημα δεν εξαφανίζεται στην ενήλικη ζωή. Μεταμορφώνεται σε χαμηλή αυτοεκτίμηση και ανάγκη επιβεβαίωσης πάντα απ΄οτους άλλους.
Επίσης, ενδέχεται να κάνεται δεύτερες σκέψεις για την αξία σας στις σχέσεις, στη δουλειά, ακόμη και στον ίδιο σας τον εαυτό. Και ανεξαρτήτως του πόσα καταφέρνετε, πάντα θα υπάρχει αυτή η φωνή μέσα σας που θα σας ψιθυρίζει, ότι δεν είναι αρκετά.
Εμπιστεύονται δύσκολα τους άλλους
Όταν το πρόσωπο που υποτίθεται αγαπά και προστατεύει περισσότερο από όλους δεν είναι εκεί για εσάς συναισθηματικά, είναι δύσκολο να πιστέψετε, ότι θα το κάνει κάποιος άλλος. Η έλλειψη της μητρικής αγάπης και αγκαλιάς συχνά μπορεί να ωθήσει τους ανθρώπους να γίνουν πιο εσωστρεφείς. Να μην περιμένουν πολλά από τους άλλους και να δυσκολεύονται να τους εμπιστευτούν.
Γίνονται υπερβολικά ανεξάρτητοι
Όταν ένα παιδί δε έχει μία αξιόπιστη μητρική φιγούρα να στραφεί, τότε γρήγορα μαθαίνει να φροντίζει μόνο του τον εαυτό του. Συχνά αυτό το κουβαλά και ως ενήλικας, με την υπερβολική ανεξαρτησία να γίνεται τρόπος ζωής του. Δεν τους αρέσει να ζητούν βοήθεια και μπορεί ενδεχομένως να νιώθουν ενοχή ή αδυναμία, όταν τελικά το κάνουν. Μελέτες έχουν δείξει, ότι παιδια που έχουν βιώσει συναισθηματική παραμέληση συχνά αναπτύσσουν υπερανεξαρτησία ως μηχανισμό άμυνας και αντιμετώπισης. Είναι ο τρόπος τους για να προστατεύσουν τον εαυτό τους από την απογοήτευση ή την απόρριψη. Ενώ η ανεξαρτησία μπορεί να είναι δύναμη, μπορεί να κάνει και τη ζωή μας όμως, δυσκολότερη. Οι σχέσεις στηρίζονται στην αμοιβαία στήριξη, αλλά για κάποιον που μεγαλώνει με αυτόν τον τρόπο, το να βασίζονται σε άλλους δεν τους είναι κάτι το φυσικό.
Δίνουν μάχη με την συναισθηματική ρύθμιση
Μία στοργική μητέρα συχνά βοηθά ένα παιδί να κατανοήσει και να διαχειριστεί τα συναισθήματά του. Χωρίς αυτήν την καθοδήγηση, τα συναισθήματα συχνά μπορει να είναι συντριπτικά και δύσκολα διαχειρισιμα. Οι άνθρωποι που έχουν μεγαλώσει χωρίς την στήριξη αυτή της μαμάς μπορεί να συλλαμβάνουν τον εαυτό τους να ταλαντεύονται ανάμεσα στα συναισθηματικά άκρα: να είναι δηλαδή πολύ ανεβασμένοι τη μία και την άλλη εντελώς συντετριμμένοι. Αυτό συμβαίνει, καθώς η συναισθηματική ρύθμιση είναι κάτι που συχνά το μαθαίνουμε μέσα των σχέσεων. Με την πάροδο του χρόνου, πολλοί αναπτύσσουν μηχανισμούς διαχείρισης των συναισθημάτων τους. Ωστόσο, ενδέχεται να αποτελεί μία εφ’ όρου ζωής πρόκληση το να κατανοήσουν πλήρως και να εκφράσουν τα συναισθήματά τους με έναν υγιή τρόπο.
Φοβούνται την εγκατάλειψη
Όταν η αγάπη της μητέρας απουσιάζει, αφήνει ένα βαθύ, ακλόνητο φόβο εγκατάλειψης, σαν μία φωνή που ψιθυρίζει τη φράση «οι άνθρωποι φεύγουν». Αυτός ο φόβος δεν είναι πάντα εμφανής. Μερικές φορές, μοιάζει σαν να απομακρύνουμε ανθρώπους μακριά, προτού πλησιάσουν παραπάνω. Άλλες φορές οδηγεί σε προσκόλληση υπό τον φόβο πώς θα εξαφανιστούν.
Κατά βάθος, υπάρχει μια λαχτάρα να νιώσουν ασφάλεια, να πιστέψουν ότι η αγάπη δεν θα έρθει πάντα υπό όρους ή ημερομηνία λήξης. Αλλά όταν το άτομο που υποτίθεται ότι θα παρείχε αυτή την ασφάλεια δεν ήταν εκεί είναι δύσκολο να εμπιστευτούν ότι κάποιος άλλος θα μείνει. Κανείς δεν θέλει να ζει στον φόβο του να μείνει κάτι πίσω. Αλλά για αυτούς που έχουν μεγαλώσει μία την απουσία μίας στοργικής μητέρας, θα νιώθουν αυτή τη σκιά, που δεν εξαφανίζεται ποτέ εξ’ ολοκλήρου.
Δυσκολεύονται να αποδεχτούν την αγάπη
Η αγπάπη δεν φαντάζει κάτι το απλό, όταν κανείς έχει περάσει τη ζωή του με την απορία, αν την αξίζει. Δύσκολα αποδέχονται τα κομπλιμέντα ενώ οι πράξεις αγάπης τους κάνουν καχύποπτους. Όταν πράγματι κάποιος νοιάζεται αληθινά για αυτούς, η ενστικτώδης ερώτηση που τους έρχεται πρώτη είναι «γιατί;». Δεν είναι ότι η αγάπη δεν είναι επιθυμητή. Απλώς, όταν απουσίαζε από τη παιδική ηλικία, έγινε πιο εύκολο να πιστέψουν ότι η αγάπη ήταν κάτι που έπρεπε να έχουν οι άλλοι άνθρωποι. Το να την αποδεχτούν τώρα είναι κάτι άγνωστο και σίγουρα χρειάζεται προσπάθεια. Η ειρωνεία είναι ότι κατά βάθος υπάρχει μια απελπισμένη λαχτάρα για ακριβώς αυτό το είδος σύνδεσης. Αλλά όταν τελικά εμφανίζεται η αγάπη, το πιο δύσκολο είναι να πιστέψουν ότι είναι αληθινή.
Υπεραναλύουν τις σχέσεις
Όταν απουσιάζουν η αγάπη και η στήριξη στην παιδική ηλικία, είναι εύκολο κάποιος να υπεραναλύει ακόμη και το πιο μικρό πράγμα στις σχέσεις. Μία καθυστέρηση σε ένα μήνυμα, μία αλλαγή στον τόνο της φωνή ή μία στιγμή απόλυτης ησυχίας, πράγματα δηλαδή που άλλοι θα τα προσπεράσουν, αυτοί οι άνθρωποι θα τα θεωρήσουν ως προειδοποιητικά σημάδια. Το μυαλό αρχίζει να τρέχει, να ψάχνει για κρυμμένα νοήματα, να προσπαθεί να καταλάβει αν κάτι δεν πάει καλά.
Αυτή η συνεχής υπερανάλυση δεν έχει να κάνει με το ότι είναι δραματικοί. Είναι ένας αμυντικός μηχανισμός. Όταν η συναισθηματική ασφάλεια δεν ήταν αξιόπιστη μεγαλώνοντας, ο εγκέφαλος μαθαίνει να σαρώνει για πιθανές απειλές, προετοιμάζοντας πάντα για το χειρότερο. Όμως, το να ζει κανείς τόσο στα όρια είναι εξοντωτικό και είναι δύσκολο να απολαύσει τις σχέσεις με το να αναρωτιέται όλη την ώρα, τι μπορεί να συμβαίνει.
Λαχταρούν αυτό που δεν είχαν ποτέ
Ανεξάρτητα από το πόσο ανεξάρτητοι ή αυτάρκεις γίνονται, πάντα υπάρχει ένα μέρος τους που λαχταρά την αγάπη που τους έλειψε.
Φαίνεται στον τρόπο που αναζητούν βαθιές συνδέσεις, στην επιθυμία τους να γίνουν κατανοητοί, στον ήρεμο πόνο που εμφανίζεται όταν γίνονται μάρτυρες του είδους της μητρικής αγάπης που δεν βίωσαν ποτέ. Μπορεί να χτίσουν δυνατές ζωές, να περιβάλλονται από καλούς ανθρώπους και να πετύχουν σπουδαία πράγματα — αλλά αυτή η λαχτάρα δεν εξαφανίζεται ποτέ πλήρως. Γιατί στον πυρήνα όλων, κάθε παιδί θέλει απλώς να νιώθει ότι το αγαπούν.
Συμπερασματικά, λοιπόν, η απουσία μιας στοργικής μητρικής φιγούρας δεν διαμορφώνει μόνο την παιδική ηλικία – έχει αντίκτυπο σε όλη την ενήλικη ζωή με τρόπους τόσο ορατούς όσο και αόρατους. Οι ψυχολόγοι έχουν μελετήσει τις επιπτώσεις της πρώιμης προσκόλλησης στη συναισθηματική ανάπτυξη, με έρευνες να δείχνουν ότι η μητρική αγάπη παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της αυτοεκτίμησης, της συναισθηματικής ρύθμισης, ακόμη και στις μελλοντικές σχέσεις. Όταν λείπει αυτή η αγάπη και η ζεστασιά, το μυαλό προσαρμόζεται με τρόπους που παραμένουν για μια ζωή.
Η κατανόηση αυτών των προτύπων δεν έχει να κάνει με το να μένει κανείς προσκολλημένος στο παρελθόν – είναι να αναγνωρίσει πώς επηρεάζει το παρόν. Και με αυτήν την αναγνώριση έρχεται η δυνατότητα θεραπείας, ανάπτυξης και μάθησης να δίνουμε στον εαυτό μας την αγάπη που έχουμε ανάγκη.